Πέμπτη 9 Ιουνίου 2011

Νεραϊδοχώρα.


Μια φορά σαν δυο καιρούς στην Νεραϊδοχώρα.



Μια φορά και έναν καιρό,μέσα στα χρόνια τα μελλοντικά και περασμένα χρόνια,

ζούσε στην Νεραϊδοχώρα μια Νεράιδα αλλιώτικη απ' τις άλλες...

Αυτή η Νεράιδα,είχε ερωτευτεί έναν μικρό Καλικάντζαρο...


Κι κάπως έτσι αρχινά να ξετυλίγεται τούτη η ιστορία μας...


Πέρασαν που λέτε παιδιά μαζί τόσα πολλά κι άλλα τόσα π' ούτε τα γνώρισαν ποτέ.

Μέρες ατελείωτες και νύχτες ατελείωτες η Νεράιδα έπιανε απ' το μικρό του το

χεράκι τον Καλικάντζαρο και τον ταξίδευε στα κλεφτά στα μέρη τα δικά της.


Υπέροχα μέρη,ηλιόλουστα,γεμάτα ροδανθένια μονοπάτια μα και χρώματα

που πιο έντονα δεν τα 'χουμε δει ούτε κι εμείς του λόγου μας!


Μαγευόταν ο μικρός απ' τα μάτια της σαν περνούσαν οι καιροί...


Οι Καλικάντζαροι όμως,όλοι ξέρουμε,πως είναι πλάσματα περίεργα.

Εκεί που νομίζεις πως τους καταλαβαίνεις,να σου την άλλη στιγμή στην φέρνουν!

Κάπως έτσι κι αυτός. Τη μια στιγμή ταξίδευε με την Νεράιδα στους ουρανούς

και την άλλη την βύθιζε κι αυτή βαθιά τόσο βαθιά στην θάλασσα που

ούτε μια στάλα φως δεν έσταζε γι' αυτούς...

Και θα ρωτήσει κανείς,μα, στάζει το φως;

Κι όμως το φως παιδιά στην Νεραϊδοχώρα στάζει.

Στάζει σαν από νερό να 'ναι καμωμένο!


Αυτός ο Καλικάντζαρος -και όχι μόνον αυτός- καλά είχε κρυμμένο πάνω του ένα πετράδι.

Ένα πετράδι ολοκόκκινο και μαγεμένο.

Εκείνο το πετράδι του το είχανε χαρίσει τρεις μάγισσες.

Μα για σταθείτε μια στιγμή να θυμηθώ...μία...δύο...τρεις...

Ναι,καλά θυμάμαι βρε παιδια!

Ηταν τρεις του λόγου τους οι μάγισσες.

Και το πετράδι εκείνο μαγεμένο ήταν απ' αυτές!


Τα άλλα Νεραϊδοπλάσματα τις ονόμαζαν Στιγμές...


Την μια απ' αυτές την έλεγαν Αγάπη.

Την άλλη την έλεγαν Θέληση.

Την τρίτη,την πιο άσχημη,αυτήν την έλεγαν Μόνη...


Η Αγάπη ήταν όμορφη,και τα μέσα της ήταν ολόγιομα από τα πιο τρελά όνειρα

των πιο ερωτευμένων πλασμάτων!

Η Θέληση ήταν νέα και όμορφη και ήταν καλή φίλη της Αγάπης.

Μαζί αυτές οι δυο μπορούσαν να κάμουν θαύματα αληθινά!

Τόσο αληθινά όσο και τα χαμόγελα των παιδιών!

Η τρίτη η μάγισσα στιγμή,η Μόνη,ζούσε χώρια από τις άλλες.

Ήταν πλανεύτρα κι ευχαρίστηση έβρισκε σαν ταλαιπώρια μοίραζε στους άλλους...

Ζήλευε την παρέα των πλασμάτων...


Αυτές λοιπόν οι όμορφες κι άσκημη όριζαν τη μοίρα του μικρού Καλικάντζαρου.

Όταν του έδωσαν το πετράδι,με φωνή κι τρεις σαν μία του είπαν:


΄΄-Αυτό το πετράδι,είναι πολύτιμο.

Πολύτιμο σαν την θάλασσα,καυτό και φωτεινό σαν τον ήλιο

και συνάμα έχει φορτωμένα όλων μας τα ξόρκια.

Θα το κρατήσεις στο μέρος όπου τ' άλλα πλάσματα έχουν την καρδιά.΄΄


Οι Καλικάντζαροι δεν έχουν απ' αυτό που λεν καρδιά.

Έτσι μ' ένα γνέψιμο του κεφαλιού του ο Καλικάντζαρος και δίχως να ρωτήσει λεπτομέρειες,

το πήρε και το έβαλε αμέσως μες το στήθος του.

Εκεί,που τ' άλλα πλάσματα έχουν την καρδιά.


΄΄-Αυτό το πετράδι θα ορίζει την μοίρα σου από δω κι εμπρός.΄΄ του είπαν...


Και συνέχισαν τα λόγια τους κι τρεις μα με φωνή σαν μίας...


σελίδα 3


΄΄-Μαγεμένο καθώς είναι απ' όλες μας,Θα αλλάζει.

Θα αλλάζει μορφή,θα αλλάζει χρώμα,θα αλλάζει και υφή.΄΄


Και συνέχισαν...


΄΄-Καθώς θα παίζω την φλογέρα μου΄΄,του είπε τότε η Αγάπη,

΄΄Θα αγαπάς,θα δίνεις,θα ερωτεύεσαι,και θα μοιράζεις απλόχερα χαρά!΄΄


΄΄-Όταν θα παίζω εγώ την λύρα μου΄΄,του είπε η Θέληση,

΄΄Θα παλεύεις πάντα ακούραστος για να είναι όλοι οι γύρω σου ευτυχισμένοι

και προπάντων η αγαπημένη σου.΄΄


΄΄-Μα σαν θα παίζω εγώ τη βιόλα μου΄΄, του είπε κι η Μόνη,

΄΄Τότε θα ζεις στιγμές άσχημες και θα κλείνεσαι στο καβούκι σου σαν τις χελώνες

και δεν θα μιλιέσαι με κανέναν. Θα ζεις ολομόναχος.Έρημος.

Θα μοιράζεις απλόχερα την λύπη σε όλους γύρω σου.

Δεν θ' αγαπάς δεν θ' αγαπιέσαι।΄΄


Η τρίτη μίλησε στο τέλος...


Πολύ αργά πια,μιας κι ο Καλικάντζαρος είχε ήδη βάλει το πετράδι

στο μέρος όπου τ' άλλα πλάσματα έχουν την καρδιά.


΄΄-Εντάξει.΄΄,είπε κι ο μικρός κι έφυγε με βήμα σαν της πάπιας.


Η Νεράιδα δεν είχε γνώση πως είχαν συμβεί αυτά.


Ότι ο Καλικάντζαρος που τόσο αγάπησε εκείνη,

είχε αντί για καρδιά,ένα πετράδι μαγεμένο απ' τις στιγμές...


Κι έτσι περνούσαν οι μέρες...οι ώρες...και οι Στιγμές έπαιζαν

τα όργανά τους με σειρά απόλυτη.


Σελίδα 4


Η Αγάπη την φλογέρα της,

η Θέληση την λύρα της και

η Μόνη την βιόλα της.


Έτσι κι ο Καλικάντζαρος άλλαζε τρόπους και χαρακτήρα καθώς περνούσαν οι καίροι.


Τη μια αγαπούσε ολότελα,

την άλλη έκανε τα πάντα για να είναι ευτυχισμένη η Νεράιδα και οι φίλοι του

και ξαφνικά την άλλη στιγμή τους πλήγωνε όλους...


Έτσι πλήγωνε και την νεράιδα του...


Οι Νεράιδες για να ξέρετε παιδιά αν ποτέ δείτε καμιά,έχουν καρδιά από τριαντάφυλλο.

Γι' αυτό λοιπόν πρέπει να είμαστε καλοί κι ευγενικοί μαζί τους γιατί η

καρδούλα τους μαραίνεται με μιας!


Η καρδιά της Νεράιδας μαράζωνε κάθε φορά που η Μόνη έπαιζε τη βιόλα της.

Γιατί ο Καλικάντζαρος δεν της έδειχνε την αγάπη του.

Και στεναχωριόταν ο Καλικάντζαρος κι -ως το πιο περίεργο κι απ' τα πιο περίεργα τα όντα-

δεν μπορούσε να αντιδράσει μιας κι η Μόνη έπαιζε πάντα όταν ερχόταν η σειρά της.

123,123,123,123,123,

ντο ρε λα...μι λα ρε...ντο ρε λα...

Νότες μοναξιάς και θλίψης.


Ο μικρός,μην αντέχοντας να βλέπει την νεράιδα να μαραζώνει κάθε φορά,

έψαχνε συνεχώς να βρει τον τρόπο εκείνο με τον οποίο θα κατάφερνε να

κάνει την Μόνη να σταματήσει να παίζει για πάντα τη βιόλα της.


Έτσι κι έκανε...


σελίδα 5


Αρχίνισε να πάει να βρει τους τρεις γέροντες.

Τους Τρόπους.


Τρεις μεγαλόσωμοι γέροντες,σοφοί.


Τον έναν τον έλεγαν Εύκολο,ήταν κι ο μεγαλύτερος στην όψη.

Τον άλλον τον έλεγαν Δύσκολο,που ήταν ο μεσαίος,

και τον τρίτο το πιο μικροκαμωμένο άλλα και πανούργο τον έλεγαν Ακατόρθωτο.


΄΄-Τι να κάνω πείτε μου εσείς σοφοί μου για να σταματήσω τη Μόνη να παίζει την βιόλα της;΄΄

Φώναξε ο Καλικάντζαρος ο μικρός.


Τότε του λέει ο Εύκολος:΄΄Σπάσε την βιόλα της καθώς αυτή θα κοιμάται.΄΄

Αμέσως πετάγεται ο Δύσκολος:΄΄Να της δέσεις τα χέρια με το χρυσό νήμα των ξωτικών!

Μα θα πρέπει να το κλέψεις από τον φύλακα δράκο που το φιλάει αιώνια άγρυπνος!΄΄

Και τότε λέει ο τρίτος ο Ακατόρθωτος με φωνή σαν από σκουριά:

΄΄Ότι κι αν κάνεις,δεν θα καταφέρεις τίποτα!

Θα με θυμηθείς...΄΄

Κι έφυγε με βήμα σαν πληγωμένου ζώου.


Έλα όμως που αντί να απογοητευτεί,γέμισε θέληση κι ελπίδα μιας και την ώρα εκείνη

η Θέληση έπαιζε την λύρα της!


Κι έφυγε αμέσως για να σκαρώσει την σκανταλιά του!


΄΄Πως να της δέσω τα χέρια;Είμαι τόσο μικρόσωμος που με χωράει μέσα στο ένα της χέρι

αν το θελήσει αυτή η κακάσχημη η μάγισσα!΄΄ είπε.


Και την ίδια στιγμή τα λόγια του Εύκολου του ήρθαν στο μυαλό.

΄΄Σπάσε την βιόλα της καθώς αυτή θα κοιμάται!΄΄


Έτσι χωρίς να το ξανασκεφτεί ξεκίνησε να πάει να βρει την βιόλα της Μόνης.


Σελίδα 6


Ταξίδεψε μέσα σε λαγκάδια γεμάτα ζωντανά αγκαθόχορτα,κολύμπησε μέσα σε βάλτους

φουντωμένους,καβάλησε σκαντζόχοιρους,πέταξε με πεταλούδες πάνω απ' τα κάστρα

των γυάλινων ιπποτών,ώσπου έφτασε...


Μπήκε μέσα στο δωμάτιο της Μόνης βρίσκοντας ευκαιρία μιας κι έλειπε εκείνη,

μα έμεινε έκπληκτος μ' αυτό που αντίκρισαν τα δυο μεγάλα πονηρά μάτια του!

Είδε ένα δωμάτιο από πάνω μέχρι κάτω γεμάτο βιόλες!

Παντού βιόλες!Όλο το δωμάτιο ήταν φτιαχτό από βιόλες!

Το κρεβάτι,το κομοδίνο,οι καρέκλες,τα παπλώματα,όλα!


΄΄Πάει,χάθηκα!Πως θα σπάσω όλες αυτές τις βιόλες;Δυο ζωές θα χρειαστώ!

Φώναξε σιγανά αγανακτισμένος.


Κάνοντας αυτόν τον σαματά,τον άκουσε η Αγάπη και μπήκε γοργά κι αυτή

μες το δωμάτιο με τις βιόλες.

Σκύβοντας στο ύψος του του λέει:

΄΄Δεν μπορείς να σπάσεις όλες αυτές τις βιόλες. Μα εγώ και η Θέληση

θα σε βοηθήσουμε. Θα παίζουμε την μουσική μας δυνατά,πολύ δυνατά!

Έτσι τις πληγές στην ρόδινη καρδιά της νεράιδας σου που θα ανοίγεις σαν παίζει η Μόνη

την βιόλα της,εσύ ο ίδιος με περίσσια αγάπη και θέληση θα τις γιατρεύεις γρήγορα!΄΄


΄΄- Όχι!Δεν μου φτάνει αυτό!Δεν θέλω ποτέ ξανά να πληγώσω την Νεράιδα μου!΄΄

Φώναξε δυνατά.


Τότε του χάιδεψε απαλά το κεφάλι η Αγάπη και τον πήρε αγκαλιά η Θέληση

και του είπαν.

΄΄Η Μόνη θα παίζει για πάντα και με την σειρά της τη μουσική της.΄΄


΄΄-Δεν το θέλω τότε το πετράδι σας!Πάρτε το πίσω!΄΄ είπε ο μικρός

κι έκανε κίνηση να το βγάλει απ' το στήθος του,μα αυτό είχε ριζώσει μέσα του για τα καλά.


΄΄- Είναι η καρδιά σου πια.΄΄ είπε η Θέληση.


Και τότε μοβ δάκρυα κύλησαν στο πράσινο πρόσωπο του.


Σελίδα 7


΄΄- Μη κλαις.΄΄ του είπε η Αγάπη.


΄΄ Έχεις καρδιά γεμάτη από θέληση κι αγάπη!

Μη κλαις,μπορεί να παίζει η Μόνη την βιόλα της σαν έρθει η σειρά της μα το solo

της θα είναι μικρό,τόσο δα μικρό κι αν σας πληγώνει την ώρα εκείνη,θα ξέρεις

πως μόνο για λίγο θα είναι.

Είστε τόσο νέοι κι οι δυο που έχετε μια ζωή μπροστά σας να ζήσετε αγαπημένοι

με τα δικά μας τραγούδια και μελωδίες συντροφιά.

Μελωδίες αγάπης και θέλησης.΄΄

Του είπε και σκούπισε το δάκρυ απ' το πρόσωπό του.


΄΄ Πήγαινε βρες την Νεράιδα σου και πες της ότι πάλεψες και θα παλεύεις πάντα με μια καρδιά

γεμάτη αγάπη και θέληση για το καλό και αν έρχονται οι στεναχώριες θα είναι μικρές κι ελάχιστες και θα κρατούν μόνο για λίγο.΄΄ του είπε.


΄΄ -Πήγαινε,τρέχα!Αγάπησε την και εγώ για σας θα παίζω τα ομορφότερα κομμάτια μου!΄΄

Συνέχισε η Θέληση.


΄΄-Ναι!Τρέξε γρήγορα γιατί κι εγώ θα παίζω μια ζωή τα ομορφότερα κομμάτια μου!΄΄

Συμπλήρωσε η Αγάπη.


Όλα αυτά,τα άκουγε και η Μόνη που είχε από νωρίτερα επιστρέψει.

Και συγκινήθηκε από τον έρωτα που είχε ο καλικάντζαρος για την νεράιδα τόσο που

μπήκε ήσυχα στο δωμάτιο και είπε στον μικρό ήρωα μας:


΄΄Πήγαινε,κι εγώ μόνο ένα τόσο δα μικρό κομμάτι θα παίζω ίσα-ίσα να σας κάνει

να εκτιμάτε τα όμορφα πιο πολύ καθώς εκείνα θα έρχονται.΄΄


σελίδα 8


Και ξεκίνησε ο καλικάντζαρος και άρχισαν η Θέληση κι Αγάπη να παίζουν το πιο γλυκό

ντουέτο τους!


Σκαρφάλωσε τα χάλκινα βουνά,πέταξε με χήνες πάνω από τις χώρες των αραχνών,

πολέμησε τους διδύμους δράκους της πύλης των στεναγμών

κι έπαιζαν γι' αυτόν εκείνες...

Έπαιζαν συνέχεια μουσικές να τον συντροφεύουν στο ταξίδι του.


Μάλωσε με τα ξωτικά,έφαγε παρέα με πυγολαμπίδες στο δάσος της Ιτιάς,ήπιε σαγκρία με τους νάνους,κολύμπησε με τις χάρτινες γοργόνες της ακτής των ονείρων,σκαρφάλωσε στη ράχη του σκύλου γίγαντα,μέθυσε τους φύλακες των πυλών της Νεραϊδοχώρας με τ' άρωμα που έκλεψε

από τα στοιχειά της φύσης των ανθρώπων και στο τέλος τα κατάφερε.


Έφτασε στα μέρη της Νεράιδας.


Και την είδε,μέσα στα λιβάδια των Ήλιων.

Χρυσά σαν τον χρυσό τον πιο πολύτιμο,όλα ήταν χρυσά,ως κι ίδια η θάλασσα κι η ακτή.


Μα εκεί που στεκόταν χαρούμενος σαν κάτι παράξενο συνέβαινε παιδιά και ο

Καλικάντζαρος το βλέπει.

Κάτι σάλευε στο στέρνο της Νεράιδας απ άνου.

Και τότε σαν γνώριμη να του φάνηκε η όψη αυτή που χόρευε

νωχελικά πάνω ακριβώς απ' την καρδιά της Νεράιδας.


Ο γερο Ακατόρθωτος ήταν...κι οι μουσικές σαν να σκιάστηκαν στην όψη του μπροστά.

Μόνο το μοχθηρό γέλιο του Ακατόρθωτου ακουγόταν...χαχαχαχαχα!


΄΄Στο είπα πως τίποτα δεν θα κατάφερνες!΄΄ ξεστόμισε αμέσως ο Ακατόρθωτος ο οποίος

συνάμα με τα λόγια του αυτά τραβούσε και το τελευταίο ροδοπέταλο

από την μικρή καρδιά της Νεράιδας...


σελίδα 9


-΄΄Όχι!Σταμάτα!Όχι!΄΄ αναφώνησε ο Καλικάντζαρος καθώς στη πλάτη της Νεράιδας

την ίδια αυτή την ώρα ξεπρόβαλαν φτερά ομορφότερα κι απ' της πεταλούδας!


Και πέταξε ψηλά ο σώμα της στον αέρα μαζί με τα θαλασσοπούλια.


Μα λίγο πριν χαθεί,έστρεψε το βλέμμα της χαμηλά στο χώμα

εκεί που στεκόταν άφωνος ο δόλιος ο Καλικαντζαράκος κι άφησε να ξεγλιστρήσει

από το διάφανο το χέρι της ένα αλαβάστρινο μαντήλι. Κεντημένο από τα δάκρυα της.


Αυτό το μαντήλι κύλησε πάνω στα κύματα τ' ανέμου γλυκά κι ακούμπησε στα χέρια

μέσα του Καλικάντζαρου.

Αυτό το μαντήλι είναι η θύμηση της,και τα δάκρυα με τα οποία κεντήθηκε ειν τα σ' αγαπώ της.


Τότε,σιγοσβήνοντας το γέλιο του Ακατόρθωτου,αρχίνησαν ν' ακούγονται ψυχρές

κι λυπητερές μελωδίες στον αιθέρα...


Η Μόνη είχε αρχίσει το solo της.


Οι όμορφες Στιγμές σταμάτησαν το παίξιμό τους.

Μονάχα η Μόνη κένταγε μουσικές...μουσικές στον Καλικάντζαρο αφειερωμένες.


Σιγά κι αργά, τα λουλούδια έχασαν τ' άρωμά τους.

Ο αγέρας έχασε τη φρεσκάδα του.

Η θάλασσα έχασε το γαλάζιο της και η ζωή του μικρού

έχασε το νόημα της.


σελίδα 10


Γι' αυτό παιδιά μου,αν ποτέ σας τύχει να δείτε τον Καλικάντζαρο να

κάθεται μόνος στο ξέφωτο όπου πρωτογνωρίστηκαν με την Νεράιδα μην του μιλήσετε.

Θα δείτε να κρατά στα χέρια το μαντήλι,μην του μιλήσετε.

Θα ζει την θύμηση της.

Κι αν δείτε πιο προσεχτικά ψηλά στον ουρανό,θα την δείτε κι αυτήν.

Την Νεράιδα.

Πετάει πάντα μες τα σύννεφ' από πάνω του.


Κι αν ποτέ έρθετε αντίκρυ με τις Στιγμές,

όμορφα λόγια γνέψτε τους να παίζουν τα όργανα τους.


Γιατί τη ζωή μας,γι' αυτές τις Στιγμές τη ζούμε.



Κωνσταντίνος Έσσλιν